Επιβεβλημένη η παρουσία μελετητή φωτισμού στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό…;
Αρθρο του Γιώργου Φατσέα, αρχιτέκτονα ΕΜΠ, ΜSc, PHD UCL Βartlet, London
Η μελέτη φωτισμού ορίζεται σαν άρτιος χειρισμός του φωτός αισθητικά και τεχνικά. Ο μελετητής φωτισμού εργάζεται σαν συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον αρχιτέκτονα, στον ηλεκτρολόγο μηχανικό και στον κύριο του έργου . Η μελέτη οφείλει να εμπεριέχει πλήρη στοιχεία και για τις δύο ειδικότητες. Οι πληροφορίες που παρέχονται είναι υπό κλίμακα διατάξεις φωτισμού προς τον αρχιτέκτονα καθώς και κυκλώματα, φορτία και συστήματα ελέγχου προς τον ηλεκτρολόγο μηχανικό. Αυτά αποτυπώνονται τόσο σε σχέδια με βάση τα αρχιτεκτονικά υπόβαθρα, κατόψεων, ανόψεων, τομών και λεπτομερειών καθώς και σε πίνακες με τις προδιαγραφές τα κυκλώματα/φορτία και τους χειρισμούς σε περίπτωση αυτοματισμών.
Η μελέτη φωτισμού καλύπτοντας πλήρως με τις προτάσεις της τεχνικά θέματα όπως; καταλληλότητας των επιλεγμένων διατάξεων φωτισμού, του συστήματος ελέγχου, με γνώμονα την λογική value for money, χρωστάει παράλληλα στον κύριο του έργου και στους συναδέλφους συνεργάτες και την επίλυση τους αισθητικού ζητήματος. Θεωρώντας την ύπαρξη τεχνικής αρτιότητας δεδομένη οφείλουμε να εστιάσουμε στην αισθητική αρτιότητα.
Η αισθητική ένταξη του συστήματος φωτισμού στην προτεινόμενη αρχιτεκτονική είναι μία ουσιώδης παράμετρος η οποία αγνοείται κατά κράτος. Η παρουσία φωτιστικών σωμάτων πέραν και επιπλέον της κάλυψης της ανάγκης να λειτουργεί άρτια ο χώρος τόσο κατά την διάρκεια της ημέρας όσο και όταν δύσει ο ήλιος έχει να επιτελέσει έργο εξίσου αν όχι σημαντικότερο της χρήσης.
Δεν αρκούν λοιπόν μόνο τα κατάλληλα επίπεδα φωτισμού και η αποτροπή της θάμβωσης, ούτε μόνο η κατανάλωση, η εύκολη συντήρηση, αντικατάσταση, εύρεση ανταλλακτικών και η μακρόχρονη απρόσκοπτη λειτουργία των φωτιστικών διατάξεων (λαμπτήρας, διαμορφωτής δέσμης, αντιθαμβωτική διάταξη, control gear, κέλυφος (casing), υλικά).
Η επίλυση του αισθητικού ζητήματος είναι αυτή η συνιστώσα που καταξιώνει τον μελετητή φωτισμού σαν απαραίτητο. Με άλλα λόγια η αναζήτηση λύσεων που υποστηρίζουν και ενδυναμώνουν την αρχιτεκτονική ιδέα, εφόσον υπάρχει. Η ενσωμάτωση λοιπόν στις προτεινόμενες φόρμες στα υλικά στα φινιρίσματα να έχει στόχο στο τελικό αποτέλεσμα του χώρου που βιώνει ο μόνιμος όσο και ο περαστικός χρήστης του να μην υπάρχει ‘οπτικός θόρυβος’ που ενοχλεί και αποπροσανατολίζει.
Η βασική δουλειά του φωτός στην αρχιτεκτονική, όσο και αν φαίνεται οξύμωρο, δεν είναι να φωτίζει. Η παρουσία του φωτός οφείλει να μετατρέπει σε φωτεινή την αρχιτεκτονική, να της προσδίδει νόημα, να την νοηματοδοτεί (luminous, not illuminated space).
Η δισυπόστατη φύση του φωτός (ενέργεια και ύλη, κύμα και σωμάτιο) έχει περιγραφή εκτενώς από την Φυσική. Ο μελετητής φωτισμού καλείται να χρησιμοποιήσει τις κυματικές ιδιότητες του, όπως ανάκλαση, διάθλαση, συμβολή, περίθλαση ενώ αλληλοεπιδρούν με την ύλη.
Η θεωρία του big-bang αναφέρει τα φωτόνια σαν την αιτία γένεσης του κόσμου. Αν αναλογισθεί κανείς τα λεγόμενα της Παλαιάς Διαθήκης (Γένεσις, Κεφάλαιο 1 ) ο Δημιουργός αναλώθηκε σε θέματα φωτισμού στις τρείς από τις έξη μέρες της δημιουργίας. Το φως σε όλους τους πολιτισμούς παραμένει σημαντική αναφορά όπως και η έλλειψή του, το σκοτάδι.
Είναι σημαντική παράμετρος του κτισμένου περιβάλλοντος σε χωροταξική, πολεοδομική και κτιριακή κλίμακα, καθώς και σε διαμορφώσεις περιβάλλοντος χώρου (landscaping). Θα περίμενε κανείς να υπάρχει η δέουσα προσοχή και να αφιερώνεται χρόνος και σκέψη σε βάθος για τον τρόπο της άρτιας ένταξης της παρουσίας του στον σχεδιασμό. Η πράξη καταδεικνύει το αντίθετο.
Η έλλειψη γνώσεων σχετικά με το φως στον τομέα παραγωγής του δομημένου περιβάλλοντος δεν είναι το αντικείμενο αυτού του κειμένου. Συνοπτικά θα μπορούσε κανείς όμως να αναφέρει τα ακαδημαϊκά προγράμματα στις αρχιτεκτονικές σχολές είτε στις σχολές design, τον οικοδομικό κανονισμό, την νομοθεσία, την αντιπροσώπευση στα συστήματα φυσικού και τεχνητού φωτισμού την ένταξη του αντικειμένου στις προδιαγραφές των έργων. Τρανταχτό παράδειγμα ο σχεδιασμός μουσείων, δημοσίων κτιρίων και ελεύθερων χώρων στους οποίους το φως δεν αποτέλεσε καν πεδίο προβληματισμού.
Κίνητρο για την αποτελεσματική παρουσία του φωτός δεν θα έπρεπε να είναι μόνο το ενεργειακό σκέλος, δηλαδή αυτό της κατανάλωσης και της χρηστής διαχείρισης της ενέργειας. Πέρα από τα προφανή οφέλη της μείωσης του ενεργειακού αποτυπώματος των κατασκευών είναι ευχής έργον να μας απασχολούν και θέματα που αφορούν και το εξίσου σημαντικό τομέα της αισθητικής του φωτός.
Εν κατακλείδι, αν το ζητούμενο σε ένα έργο είναι απλώς να βλέπει κανείς τότε ένα λαμπτήρας των 1000 lumen ανά 20 τμ είναι υπεραρκετός. Σε αυτή την περίπτωση η παρουσία ενός εξειδικευμένου μελετητή είναι περιττή. Αν το ζητούμενο είναι η σύμπνοια της ομάδας μελέτης για την υλοποίηση ενός έργου άρτιου με συντονισμένες μελέτες και σαφή στόχο η παρουσία ενός εξειδικευμένου μελετητή φωτισμού με τα προσόντα που περιγράψαμε παραπάνω είναι εκ των ων ουκ άνευ.
16-7-2020
Το άρθρο είναι δημοσιευμένο στο τεύχος 327 του περιοδικού ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΟΣ (Ιούνιος 2020)